“Βασιλική Santa Maria Maggiore στη Ρώμη – Βασιλική Αγίου Λεωνίδη στην Κόρινθο” του Απόστολου Παπαφωτίου

Επιστολές που λάβαμε 

“Αυτές τις ημέρες με το θάνατο του Πάπα Φραγκίσκου η Βασιλική Παναγίας Μεγίστης (Santa Maria Maggiore) στη Ρώμη, στην οποία ετάφη έγινε ιδιαίτερα γνωστή και στην Ελλάδα. Προκάλεσε μεγάλη εντύπωση για τον πλούτο της, τα πολλά έγχρωμα μάρμαρα της, σε μια παραδοσιακή τυπολογία μιας τρίκλιτης βασιλικής χωρίς όμως τέμπλο και με περιορισμένη αρχιτεκτονική έκφραση, χαρακτήρα και σχήμα.

Οι Βασιλικές της Κορίνθου, γνωστές και άγνωστες, συγκρίνονται με τις παπικές εκκλησίες της Ρώμης, με τις οποίες παρουσιάζουν πολλά αρχιτεκτονικά και κατασκευαστικά στοιχεία.

Η σύγκριση της Βασιλικής Αγίου Λεωνίδη στο Αρχαίο Λιμάνι Λεχαίου με τη Βασιλική Santa Maria Maggiore στη Ρώμη θα παρουσιάσει πολλές ομοιότητες και λίγες διαφορές:

Η αρχική τρίκλιτη βασιλική αποτελεί το χαρακτηριστικό δημιούργημα της κλασικής αναβίωσης της αρχιτεκτονικής που είναι γνωστή με το όνομα «Αναγέννηση του Σίξτου ΙΙΙ». Ανεγέρθηκε μετά την Οικουμενική Σύνοδο της Εφέσου το 432. Στην πρώτη φάση δεν έφερε εγκάρσιο κλίτος. Τούτο προστέθηκε μαζί με τη νέα αψίδα το 1290. Το πλάτος του κεντρικού κλίτους ανέρχεται στους 50 πόδες, το δε μήκος στους 210. Οι 20 κίονες που ξεχώριζαν τα κλίτη ανά δύο σε κάθε πλευρά έφεραν οριζόντια μαρμάρινα επιστύλια αντί τόξων, όπως τα πλάγια κλίτη στην αρχική βασιλική του Αγίου Πέτρου (Εικ.5).

Η σύγκριση του Αγίου Λεωνίδη με τη βασιλική της Santa Maria Maggiore στη Ρώμη βασίζεται:

Στη κάτοψη που ελήφθη από το βιβλίο του Ν. Γκιολέ «Παλαιοχριστιανική Τέχνη, Ναοδομία», Αθήνα 1994, σ. 262 και αποτυπώνει την αρχική βασιλική της περιόδου 432-440 η οποία αργότερα επεκτάθηκε και ανατολικά και δυτικά και προστέθηκε το εγκάρσιο κλίτος.

Στο σχέδιο της κάτοψης του De Angelis, έτους 1621, το οποίο έχει επισυναφθεί στο βιβλίο του Carlo Pietrageli «La Basilica di Santa Maria Maggiore a Roma», επιμέλεια έκδοση Nardini, Ρώμη 1988, σελ. 23, δεξιό σχέδιο (Εικ.6).

Από τη σύγκριση μεταξύ των δύο δομημάτων προκύπτει ότι υπάρχουν αρκετές ομοιότητες. Μεταξύ αυτών τα πλάτη είναι σχεδόν ίσα και ταιριάζουν σημαντικά οι αψίδες. Στη βασιλική στην παρούσα μορφή της και στην εξωτερική φέρουσα τοιχοποιία δεν παρατηρούνται οι ενισχύσεις-πεσσοί εν είδει πλευρικών πλαισίων όπως οι αντίστοιχες του Αποστόλου Παύλου της Ρώμης και του Αγίου Λεωνίδη. Δημιουργούνται όμως μικροί χώροι έξω από τα κλίτη ως παρεκκλήσια για τον ενταφιασμό πιστών, με παράκαμψη των φερουσών τοιχοποιιών ή με ανοίγματα.

Παρατίθενται ορισμένα στοιχεία αρχιτεκτονικής μορφής για την επίδραση των Βασιλικών της Ρώμης  στη Βασιλική του Αγίου Λεωνίδη στο Αρχαίο Λιμάνι Λεχαίου:

Ο τονισμός του ιδιαίτερα μεγάλου μήκους της βασιλικής σε σχέση με το πλάτος ακολουθεί την αντίληψη του ρωμαϊκού θριάμβου (triumphus) του αυτοκράτορα ή του στρατηγού που εισερχόταν νικητής και τροπαιούχος στην πόλη του.

Ο αυτοκράτορας αποτελούσε το επίκεντρο της πομπής που άρχιζε από το πεδίο του Άρεως και κατέληγε στο Καπιτώλιο, ενώ επεφημούνταν από τον λαό της Ρώμης (populous Romanus) που στεκόταν εκατέρωθεν της οδού.

Αντίστοιχη εικόνα παρέχει και η βασιλική του Αγίου Λεωνίδη, όπου το εκκλησίασμα παρατεταγμένο στα πλάγια κλίτη, εκατέρωθεν του κεντρικού, θα έλεγε ευχές στον εισερχόμενο κλήρο με επικεφαλής τον επίσκοπο άδοντας ύμνους. Ο θρίαμβος του Mεγάλου Βασιλέως – Χριστού κατά τα πρότυπα του adventus του θριάμβου του Ρωμαίου αυτοκράτορα επέβαλλε και το μεγάλο μήκος της βασιλικής.

Ο σχεδιασμός της βασιλικής του Αγίου Λεωνίδη έχει πολλές ομοιότητες με αυτές των τεσσάρων μεγάλων πεντακλίτων παπικών βασιλικών της Ρώμης. Οι τελευταίες, εκτός από το μεγάλο μήκος τους, διέθεταν και εγκάρσιο κλίτος με εξαίρεση τη βασιλική του Λατερανού, την πρώτη που ανεγέρθηκε. Επιπλέον όλες διέθεταν νάρθηκα, αίθρια και προσκτίσματα εκατέρωθεν του κυρίου σώματος. Η τρίκλιτη βασιλική του Αγίου Λεωνίδη δεν απέχει σχεδιαστικά πολύ από τις ρωμαϊκές πεντάκλιτες και λόγω της κατασκευής και της διαμόρφωσης των εξωτερικών τοίχων με επαναλαμβανόμενες εσοχές, αλλά και λόγω της επαφής των προσκτισμάτων εκατέρωθεν των πλαγίων κλιτών που επείχαν θέση εξωτερικών κλιτών πέραν των τριών υπαρχόντων.

Το εγκάρσιο κλίτος του Αγίου Λεωνίδη έχει ομοιότητες με αντίστοιχα που υπάρχουν στις βασιλικές του Μιλάνου και της Ρώμης. Το Μιλάνο ήταν η μητροπολιτική έδρα στην οποία υπαγόταν η Θεσσαλονίκη μέχρι το τέλος του 4ου αιώνα. Η βασιλική της Αγίας Θέκλας στο Μιλάνο, που ανεγέρθηκε γύρω στο 380 μ.Χ., είχε εγκάρσιο κλίτος που χωριζόταν με τοίχους από τα κλίτη. Το εγκάρσιο κλίτος ήταν χωρισμένο σε δύο πτερά, εκατέρωθεν του Ιερού Βήματος, όπου το κάθε πτερό χωριζόταν σε δύο χώρους από τετραμερή κιονοστοιχία. Επίσης ο πρώτος ναός του Αγίου Πέτρου στη Ρώμη έφερε τριμερές εγκάρσιο κλίτoς με εσωτερικές διαστάσεις 17,45×87,15μ. Τα δύο πτερύγια του κλίτους προεξείχαν από την κάτοψη του ορθογωνίου της βασιλικής και χωρίζονταν από το μεσαίο κλίτος του εγκαρσίου κλίτους με δύο κίονες, στην προέκταση των εξωτερικών τοίχων της βασιλικής. Μαρμάρινα επιστύλια και όχι ημικυκλικά πλίθινα τόξα συνέδεαν τους κίονες με τους δύο εξέχοντες πεσσούς των τοιχοδομών.

Οι εξωτερικοί τοίχοι ορίζονταν από ενιαίο οργανικά σύστημα αποτελούμενο από ολόσωμο τοίχο και καθέτους ορθογωνίους πεσσούς συνδεομένους στο άνω μέρος με ημικυκλικά τόξα. Αντίστοιχη εικόνα παρουσιάζεται στην αρχική βασιλική του Αποστόλου Παύλου «εκτός των τειχών» στη Ρώμη  και γενικά απαντάται σε ρωμαϊκά λουτρά. Θα πρέπει να αναφέρουμε ότι σε όλες αυτές τις κατασκευές υπάρχει αντιστοιχία υπό μορφή ευθυγραμμίας κατά το πλάτος του μεσαίου κλίτους.

Το θριαμβικό τόξο στην αρχή του Ιερού Βήματος, εκεί όπου το μεσαίο κλίτος συναντούσε το εγκάρσιο, ήταν ένα υποστηρικτικό μνημειακό τόξο, το οποίο στηριζόταν σε δύο κίονες ιωνικού ρυθμού, που το ύψος τους ήταν μεγαλύτερο από αυτό των κιόνων του ισογείου. Η αψίδα του θριαμβικού τόξου τόνιζε τον ιδιαίτερο λειτουργικό χαρακτήρα του εγκαρσίου κλίτους. Αντίστοιχα θριαμβικά τόξα απαντώνται, μεταξύ άλλων, στη βασιλική του Αποστόλου Παύλου εκτός των τειχών, στη βασιλική του Αγίου Ιωάννου στο Λατερανό και αλλού.

Η στήριξη του θριαμβικού τόξου σε σύστημα κίονα-πεσσού μέσω μαρμάρινου κιλλιβαντοειδούς επιθήματος συναντάται στη Ρώμη στη βασιλική του Αποστόλου Παύλου «εκτός των τειχών», στη βασιλική του Αγίου Ιωάννου στο Λατερανό, αλλά και στο παλαιότερο συγκρότημα στις «Θέρμες» του Διοκλητιανού.

Το υπερυψωμένο εξωτερικό τμήμα του νοτίου πτερού του εγκαρσίου κλίτους που χωρίζεται με κίονες από το εσωτερικό τμήμα απαντάται στην Κωνσταντίνεια βασιλική του Αγίου Πέτρου Ρώμης.

Οι χωροταξικές επιλογές των θέσεων των βασιλικών πλησίον ή και σε επαφή με κύριους δρόμους, όπως εφαρμόστηκε στη Ρώμη και νωρίτερα στο Μιλάνο, εκφράζουν ιδιαίτερες πολιτικές σημασίες και είναι χαρακτηριστικό και των δύο περιοχών.

Το λιμάνι του Λεχαίου στον Κορινθιακό είχε στενές επαφές με την ιταλική χερσόνησο και γενικότερα με το δυτικό τμήμα της Αυτοκρατορίας (pars occidentis). Έτσι ο γενικός σχεδιασμός του συγκροτήματος της βασιλικής επηρεάστηκε έντονα από τα εκεί παραδείγματα. Το ίδιο δεν συνέβη με τη βασιλική στο λιμάνι των Κεγχρεών, η οποία αναπτύχθηκε περιορισμένα λόγω χωροταξίας. Χρονολογικά είναι η πλέον ύστερη από όλες, ανεγέρθηκε στις αρχές του 6ου αιώνα, ενώ θεωρείται ότι κατέρρευσε εξαιτίας πυρκαγιάς στα μέσα του 7ου αιώνα.

Βιβλιογραφία: “Μνημειακή Τοπογραφία της Πρωτοβυζαντινής Κορίνθου (παλαιοχριστιανικοί ναοί)”, Απόστολος Ε. Παπαφωτίου, Πολιτικός Μηχανικός Ε.Μ.Π., Έκδοση “Καταγράμμα”, Κόρινθος 2021.

Δρ. Απόστολος Ε. Παπαφωτίου

Πολιτικός Μηχανικός Ε.Μ.Π.

Οικονομολόγος Ε.Κ.Π.Α.”

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ