Τρεις νέες σημαντικές προτεραιότητες των χρηματοδοτικών προγραμμάτων και των πολιτικών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, που έχουν ως κοινό στόχο την κάλυψη των ελλείψεων σε εργατικά χέρια, αλλά και την βελτίωση της ποιότητας και των δεξιοτήτων του εργατικού ανθρωπίνου δυναμικού, σε όλες τις χώρες-μέλη, παρουσίασε ο Αντιπρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Μαργαρίτης Σχοινάς, στην εκδήλωση που πραγματοποιήθηκε χθες το μεσημέρι στο Επιμελητήριο Κορινθίας, υπό την αιγίδα της Περιφέρειας Πελοποννήσου.
Ο κ. Σχοινάς προανήγγειλε την εφαρμογή κοινοτικών προγραμμάτων στην Ελλάδα που θα προβλέπουν επενδύσεις πόρων συνολικού ύψους 4 δισ. ευρώ για την κατάρτιση και την βελτίωση των δεξιοτήτων του ανθρώπινου εργατικού δυναμικού, αλλαγές εκ βάθρων στην εκπαίδευση με καθιέρωση Κοινού Ευρωπαϊκού Πτυχίου και αύξηση της κινητικότητας εργαζομένων από τρίτες χώρες προς την Ευρωπαϊκή Ένωση με διαδικασίες τάξης και νομιμότητας Ευρωπαϊκών προδιαγραφών.
Όπως τόνισε χαρακτηριστικά ο Έλληνας Επίτροπος, το 70% των Ευρωπαϊκών επιχειρήσεων δηλώνουν ότι δεν έχουν εργατικά χέρια ή ότι έχουν μεν εργατικό δυναμικό αλλά χωρίς τις απαιτούμενες δεξιότητες. Πρόσθεσε δε ότι: “Στην Ευρώπη για πολλές δεκαετίες υπήρχαν άνθρωποι που κυνηγούσαν δουλειές. Τώρα, για πρώτη φορά, έχουμε δουλειές που κυνηγάν ανθρώπους! Κι αυτό σε κρίσιμους τομείς: στον πρωτογενή τομέα, στον τουρισμό, στην εστίαση, στις υπηρεσίες Υγείας, στην φροντίδα ηλικιωμένων, στην ψηφιακή οικονομία. Σε όλους αυτούς τους τομείς η Ευρώπη θα χρειαστεί ανθρώπους”!
Παρουσιάζοντας εξάλλου και την δημογραφική διάσταση του προβλήματος, επεσήμανε ότι: “Οι Ευρωπαίοι ήμασταν στις αρχές του 20ου αιώνα το 20% του παγκόσμιου πληθυσμού. Στις αρχές αυτού του αιώνα, είμαστε το 10% του παγκόσμιου πληθυσμού. Το 2050 θα είμαστε το 5% του παγκόσμιου πληθυσμού. Εκεί γύρω στο 2040 μόνο η Νιγηρία θα έχει περισσότερο πληθυσμό από την Ευρώπη συνολικά”!
Αναλυτικά, ο κ. Σχοινάς στην ομιλία του ανέφερε, μεταξύ άλλων, τα εξής:
“Στην αρχή της θητείας μου έβαλα ως στόχο να επισκεφτώ τουλάχιστον μια φορά κάθε μία από τις 13 Περιφέρειες της χώρας. Ξεκινώ με την διαπίστωση ότι αυτή είναι η τρίτη φορά που επισκέπτομαι την Περιφέρεια Πελοποννήσου….
Η Πελοπόννησος την περίοδο 2014-2020 έλαβε γύρω στα 300 εκατομμύρια ευρώ κοινοτικές χρηματοδοτήσεις. Είναι ένα σημαντικό ποσό το οποίο κάλυψε πολλές υποδομές σε παραδοσιακούς τομείς όπως η έρευνα, η εκπαίδευση, η δημόσια Υγεία και τα νοσοκομεία, τα έργα υποδομών, η αναμόρφωση στην τοπική αρχιτεκτονική, η ανάδειξη της πολιτιστικής κληρονομιάς, οι αναπλάσεις στις πόλεις και τα χωριά της Κορινθίας, έργα αναστήλωσης και πριν από λίγο μαζί με τον Περιφερειάρχη και τον Πρόεδρο του Επιμελητηρίου επισκεφθήκαμε την Σχολή Μηχανικού, όπου επιθεωρήσαμε έναν πολύ σημαντικό στόλο νέων εξοπλισμών-οχημάτων που χρηματοδοτήθηκαν από την Ευρωπαϊκή Ένωση και τα οποία τίθενται στην υπηρεσία της κοινωνίας της περιοχής, για να μπορέσουν να συνδράμουν καθοριστικά σε περιπτώσεις καταστροφών.
Τα λέω όλα αυτά για να δείξω ότι ο μάλλον στεγνός όρος “κοινοτικές χρηματοδοτήσεις” πρέπει λίγο σιγά σιγά να αντικατασταθεί με μια πιο ευρύτερη, πιο ευρυγώνια, αντίληψη για το πώς θα στηρίξουμε τις προτεραιότητες της νέας οικονομίας που περνούν όχι μόνο από την ανταγωνιστικότητα του πρωτογενούς τομέα όχι μόνο από τις βασικές μας υποδομές όχι μόνο από γεφύρια και δίκτυα αλλά μυαλά, κοινωνία, ανθρωποκεντρική οικονομία.
Βρισκόμαστε σε μια συγκυρία πρωτοφανή για τη χώρα, σε μια συγκυρία όπου έχουμε στη διάθεσή μας τους περισσότερους πόρους που είχε ποτέ η Ευρωπαϊκή Ελλάδα από την ένταξή της στην Ευρωπαϊκή οικογένεια. Έχουμε μπροστά μας μια περίοδο μέχρι το 2027 όπου πέρα από τα 27 δις ευρώ του ΕΣΠΑ, έχουμε δίπλα ένα άλλο “ΕΣΠΑ”, γύρω στα 31 δις, το οποίο είναι οι χρηματοδοτήσεις νέου Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας. Ποτέ στην ιστορία της χώρας δεν είχαμε αυτό το ευχάριστο ζήτημα.
Μια από τις δύσκολες ιστορικές στιγμές της θητείας μου ως Επιτρόπου ήταν η μέρα που αποφασίσαμε την ίδρυση του Ταμείου Ανάκαμψης. Ήτανε μια μέρα που συντρίψαμε ένα ταμπού δεκαετιών: ότι δεν θα μπορούσε ποτέ η Ευρωπαϊκή Ένωση να έχει κοινό δανεισμό. Σας θυμίζω ότι τα δύσκολα χρόνια της κρίσης τα κράτη-μέλη δανείστηκαν ατομικά για τη στήριξη της Ευρώπης, με ατομικό δανεισμό. Το Ταμείο Ανάκαμψης είναι η πρώτη φορά, στην Ευρωπαϊκή ιστορία, που δανειζόμαστε όλοι μαζί, συνολικά, χρηματοδοτώντας τις ανάγκες μας μέσα από κοινή ανάληψη δανεισμού.
Αυτό θα μάς οδηγήσει τα επόμενα χρόνια σε έναν προσανατολισμό που θα είναι πιο έξυπνος, μια οικονομία πιο διασυνδεδεμένη, πιο “πράσινη”, πιο κοινωνική και κυρίως πιο προσβάσιμη και αντιληπτή από τους πολλούς. Ήλθε η ώρα όλοι αυτοί οι μηχανισμοί, όλες αυτές οι κοινοτικές χρηματοδοτήσεις να μην αποτελούν το προνόμιο κάποιων μεμυημένων, κάποιων κλειστών ομάδων οι οποίες ελέγχουν και τις σχετικές διαδικασίες. Το αίτημα των καιρών είναι να χτίσουμε μια ανοικτή Ευρώπη, εύκολα κατανοητή, εύκολα προσβάσιμη, η οποία θα αφορά κι αυτούς που είναι απ’ έξω και όχι μόνο όσους είναι μέσα στο σύστημα.
Θέλω να θίξω και δύο, τρία ακόμα θέματα τα οποία αποτελούν, κατά τη γνώμη μου, πέρα από τις χρηματοδοτήσεις, προτεραιότητα για τον επιχειρηματικό κόσμο της χώρας αλλά και για την ελληνική κοινωνία στην τρέχουσα συγκυρία της χώρας.
Αν μου λέγατε να επιλέξω ένα ζήτημα που πρέπει να αντιμετωπίσουμε στην Ευρώπη θα διάλεγα, θα επέλεγα – χωρίς καμία αμφιβολία – το θέμα των δεξιοτήτων και του ανθρώπινου δυναμικού. Στην Ευρώπη, η έλλειψη ανθρώπινου δυναμικού γίνεται ένα μεγάλο δομικό μας πρόβλημα: 70% των Ευρωπαϊκών επιχειρήσεων μάς λένε ότι δεν έχουν τον κόσμο που χρειάζονται. Κι αυτοί που έχουν τον κόσμο δεν τον έχουν σε ένα επίπεδο δεξιοτήτων που απαιτούν οι απαιτήσεις της ψηφιακής και πράσινης οικονομίας.
Στην Ευρώπη για πολλές δεκαετίες υπήρχαν άνθρωποι που κυνηγούσαν δουλειές. Τώρα, για πρώτη φορά, έχουμε δουλειές που κυνηγάν ανθρώπους! Κι αυτό σε κρίσιμους τομείς: στον πρωτογενή τομέα, στον τουρισμό, στην εστίαση, στις υπηρεσίες Υγείας, στην φροντίδα ηλικιωμένων, στην ψηφιακή οικονομία. Σε όλους αυτούς τους τομείς η Ευρώπη θα χρειαστεί ανθρώπους!
Κι αν θέλετε μια πιο δημογραφική διαπίστωση για το πόσο αναγκαίο είναι αυτό, σας θυμίζω ότι οι Ευρωπαίοι ήμασταν στις αρχές του 20ου αιώνα το 20% του παγκόσμιου πληθυσμού. Στις αρχές αυτού του αιώνα, είμαστε το 10% του παγκόσμιου πληθυσμού. Το 2050 θα είμαστε το 5% του παγκόσμιου πληθυσμού. Εκεί γύρω στο 2040 μόνο η Νιγηρία θα έχει περισσότερο πληθυσμό από την Ευρώπη συνολικά!
Τα λέω λοιπόν όλα αυτά όχι για να τρομάξω αλλά για να τονίσω την ανάγκη ειδικά για την νέα γενιά Ευρωπαίων και Ελλήνων να αρχίσουμε να χτίζουμε ένα μέλλον, το οποίο θα μάς επιτρέψει να προλάβουμε τα σενάρια καταστροφής που θα σήμαινε η μη δράση.
Πώς θα γίνει αυτό:
Κατ΄αρχήν, επενδύοντας από αυτούς τους σημαντικούς πρωτοφανείς ιστορικούς (κοινοτικούς) πόρους γενναιόδωρα στην κατάρτιση και στις δεξιότητες. Σε όλη την Ευρώπη έχουμε ένα συνολικό ποσό 60 δισεκατομμυρίων ευρώ γι’ αυτό το σκοπό. Στην Ελλάδα έχουμε περίπου 4 δισεκατομμύρια ευρώ. 2 δισεκατομμύρια ευρώ από το Εθνικό Σχέδιο Ανάκαμψης και άλλα 2 δισεκατομμύρια από το Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Ταμείο. Αυτά τα λεφτά δεν πρέπει να πάνε χαμένα. Δεν πρέπει να “ψεκαστούν” εδώ κι εκεί. Πρέπει να στοχεύσουμε τους τομείς και τις δεξιότητες που μάς αφορούν και χρειαζόμαστε ως τουριστική χώρα, ως γεωργική χώρα, ως χώρα σε μετάβαση.
Θα χρειαστούν κι άλλα πράγματα σ’ αυτό τον τομέα.
Πρώτα, θα χρειαστούμε ένα νέο υπόδειγμα εκπαίδευσης. Τα εκπαιδευτικά μας συστήματα είναι φτιαγμένα με το βάρος του παρελθόντος. Πρέπει να χτιστούν βλέποντας το μέλλον. Πρέπει να δούμε πώς θα μπορέσουμε να έχουμε μια εκπαιδευτική πολιτική που θα κοιτάζει μπροστά και όχι πίσω. Γι’ αυτό έναν από τους σημαντικούς πόρους για την κινητικότητα ERASMUS.
Πριν από λίγες εβδομάδες παρουσίασα μια νέα ρηξικέλευθη πρόταση για τη δημιουργία ενός Κοινού Ευρωπαϊκού Πτυχίου, το οποίο θα μπορεί να αποτελεί μια δικτυωμένη προσπάθεια να συγκεραστούν εκπαιδευτικά προγράμμα από διαφορετικά Ευρωπαϊκά Πανεπιστήμια, να επιτρέψουν σε φοιτητές μας να κινούνται και να μαθαίνουν πέρα από τα εθνικά πλαίσια, έτσι ώστε να μπορούν να αποκτούν ένα Ευρωπαϊκό Πτυχίο, το οποίο και θα αναγνωρίζεται άμεσα και θα έχει μεγάλη σημασία στην αγορά εργασίας.
Θα χρειαστεί να γίνει και κάτι άλλο με τις δεξιότητες, το οποίο δεν είναι απλό, είναι δύσκολο αλλά είναι αναγκαίο. Θα χρειαστούμε ένα σύστημα οργανωμένης κινητικότητας προς την Ευρώπη. Θα χρειαστούμε λοιπόν να βρούμε εργατικό δυναμικό από χώρες του περιγύρου μας, από τρίτες χώρες, τους οποίους θα φέρουμε στην Ευρώπη για να εργαστούν εκεί που τους χρειαζόμαστε. Αλλά προσοχή, θα τους φέρουμε με τρόπο εύτακτο, νόμιμο. Θα αποφασίσουμε εμείς, με χαρτιά που θα εκδίδουμε εμείς, όχι οι διακινητές, με διαδικασίες Ευρωπαϊκές και με ποια απαρέγκλιτη προϋπόθεση: ότι όποιος έλθει να εργαστεί στην Ευρώπη θα πρέπει να ζήσει σεβόμενος τις αρχές και τις αξίες που διέπουν την Ευρωπαϊκή κοινωνία και τον τρόπο με τον οποίο ζούμε.”
Γιώργος Παλαιτσάκης